Η συνέντευξη του Αμερικανού Πρέσβη Τζέφρι Πάιατ στον «Εθνικό Κήρυκα»

4 Δεκεμβρίου, 2018

«Εθνικός Κήρυξ»: Εχετε υπηρετήσει σε πολύ σημαντικές θέσεις σε κρίσιμες στιγμές, όπως τότε που ήσασταν στην Ουκρανία. Μπορούμε να πούμε ότι το να είναι κανείς πρέσβης των ΗΠΑ στην Ελλάδα, κατά την πρώτη αριστερή κυβέρνηση της χώρας, αποτελεί ταυτόχρονα πρόκληση και ευκαιρία. Ποιες είναι οι σκέψεις σας πάνω σε αυτό;

Τζέφρι Πάιατ: Ως διπλωμάτης που υπηρέτησα στην Ελλάδα κατά τη θητεία των κυβερνήσεων τόσο του Ομπάμα όσο και του Τραμπ, πιστεύω ότι είμαι ένα πολύ καλό παράδειγμα τού πώς η διπλωματία των ΗΠΑ βασίζεται στα κοινά συμφέροντα.

Βρισκόμαστε σε ένα ιδιαίτερα υψηλό σημείο των σχέσεών μας με την Ελλάδα, όπου βλέπουμε τα συμφέροντά μας να συγκλίνουν σε κοινούς στόχους όπως η σταθερότητα στην Ανατολική Μεσόγειο, η διασφάλιση του ενεργειακού εφοδιασμού της Ευρώπης, η προώθηση της οικονομικής ανάπτυξης και της ευημερίας και η βοήθεια προς τις χώρες των Δυτικών Βαλκανίων να συνεχίσουν την πρόοδό τους προς τις ευρωπαϊκές μεταρρυθμίσεις.

«Ε.Κ.»: Ηταν ο διορισμός σας ως πρέσβης στην Ελλάδα κάτι που σας ενδιέφερε; Ποια ήταν η προηγούμενη εμπειρία σας με την Ελλάδα;

Τζ. Πάιατ: Η οικογένειά μου και εγώ ήμασταν ενθουσιασμένοι όταν διορίστηκα πρέσβης στην Ελλάδα. Οπως και πολλοί Αμερικανοί, ήξερα την Ελλάδα ως το λίκνο της Δημοκρατίας, τη χώρα του Ομήρου και την Ακρόπολη, αλλά και τη Σαντορίνη και τη Μύκονο. Και γνώριζα επίσης τη στενή σχέση μεταξύ Ουκρανίας και Ελλάδας, μέσω της Ορθοδοξίας και μέσω της Διασποράς, ειδικά στη Μαριούπολη, η οποία εξακολουθεί να έχει μια μεγάλη πινακίδα στην ελληνική γλώσσα στο δημαρχείο, στην οποία αναγράφεται ότι «η Μαριούπολη είναι η Ουκρανία».

Ημουν εδώ ως τουρίστας τόσο στις ευημερούσες εποχές, τότε περίπου που διεξήχθησαν οι Ολυμπιακοί Αγώνες, όσο και κατά τη διάρκεια των δύσκολων ετών στο βάθος της οικονομικής κρίσης. Ετσι ήμουν προετοιμασμένος για τη μετάβαση και είδα μια μεγάλη ευκαιρία να ενισχύσω μια συμμαχία με έναν κρίσιμο σύμμαχο των ΗΠΑ σε μια στρατηγικά σημαντική περιοχή που βγήκε από μια παρατεταμένη οικονομική κρίση και θα επωφεληθεί από την ισχυρή συνεργασία μας σε πολλούς τομείς.

«Ε.Κ.»: Σχετικά με τις συναντήσεις «Στρατηγικού Διαλόγου» στην Ουάσιγκτον αργότερα αυτόν τον μήνα. Είναι αυτή η μορφή εντελώς νέα και πώς θα συμβάλλει στη βελτίωση της οικονομικής, στρατιωτικής και ασφάλειας συνεργασίας μεταξύ των ΗΠΑ και της Ελλάδας;

Τζ. Πάιατ: Στις 13 Δεκεμβρίου, ο υπουργός Εξωτερικών Μάικ Πομπέο (Pompeo) και ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Γιώργος Κατρούγκαλος θα ξεκινήσουν τον πρώτο Στρατηγικό Διάλογο ΗΠΑ – Ελλάδας. Θεωρούμε τον Στρατηγικό Διάλογο ως μια συγκεκριμένη εκδήλωση της επένδυσης που κάνουν οι Ηνωμένες Πολιτείες στη συμμαχία μας με την Ελλάδα.

Δείχνει την αναγνώριση αυτής της εξαιρετικά ευνοϊκής στιγμής στις σχέσεις ΗΠΑ-Ελλάδας, καθώς και της σημαντικής γεωπολιτικής δυναμικής που επικρατεί σήμερα στην Ελλάδα. Οι πυλώνες του Στρατηγικού Διαλόγου σχεδιάζονται για να αντικατοπτρίζουν το πλήρες φάσμα των τομέων στους οποίους δουλεύουμε σε συνεργασία με την Ελλάδα.

Εχουμε μια πολύ ισχυρή ατζέντα για τα ενεργειακά ζητήματα που αντικατοπτρίζει την υποστήριξή μας για τη διαφοροποίηση των δρομολογίων και των προμηθειών μέσω έργων όπως ο αγωγός TAP και ο «Greece Bulgaria Interconnector» ή «IGB».

Εχουμε επίσης μια πλήρη ατζέντα όσον αφορά την περιφερειακή συνεργασία μας – το πώς δουλεύουμε μαζί στα Δυτικά Βαλκάνια, την Ανατολική Μεσόγειο και στην ευρύτερη περιοχή του Εύξεινου Πόντου, καθώς και τη συνεργασία μας στο ΝΑΤΟ.

Θα έχουμε σημαντικές συζητήσεις για τη συνεργασία μας στον τομέα της άμυνας και της ασφάλειας, η οποία συνεχίζει να ακμάζει, μεταξύ άλλων με την πρόσφατη εξάπλωση αρκετών δεκάδων ελικοπτέρων στην Αεροπορική Βάση στο Στεφανοβίκειο της Κεντρικής Ελλάδας, και βεβαίως θα υπάρξει συζήτηση για τον εμπορικό μας και επενδυτικό πυλώνα, το πώς εργαζόμαστε μαζί σε αυτόν τον τομέα.

Και στη συνέχεια, πολύ σημαντικό, η ατζέντα μας για την πολιτική της επιβολής του νόμου και της αντιτρομοκρατίας, βασιζόμενη στην πολύ επιτυχημένη επίσκεψη στην Αθήνα από την αναπληρωτή υπουργό Εσωτερικής Ασφάλειας, Ελίζαμπεθ Νόιμαν (Elizabeth Neumann).

Ο ρόλος της Ελλάδας ως εταίρου ασφάλειας είναι ιδιαίτερα σημαντικός, διότι είναι η πρώτη γραμμή της Ευρώπης. Ο Στρατηγικός Διάλογος είναι επίσης μια φυσική συνέχεια της πρωτοφανούς επιτυχίας που είχαμε ως τιμώμενη χώρα στη φετινή Διεθνή Εκθεση Θεσσαλονίκης. Πολλά από τα μέλη της αντιπροσωπείας υψηλού επιπέδου από την Ουάσιγκτον, που βρίσκονταν στη ΔΕΘ, θα εκπροσωπηθούν επίσης στο Στρατηγικό Διάλογο και ήταν επιφορτισμένα για την εκκίνηση και την προαγωγή του.

«Ε.Κ.»: Ποιες είναι οι πιο πρόσφατες εξελίξεις στην επέκταση των στρατιωτικών εγκαταστάσεων των ΗΠΑ στην Ελλάδα;

Τζ. Πάιατ: Πρώτον, επιτρέψτε μου να σημειώσω ότι διαθέτουμε μόνο μια στρατιωτική μονάδα των ΗΠΑ στην Ελλάδα, τη βάση στη Σούδα. Είμαστε πολύ ευγνώμονες γι’ αυτή τη διευκόλυνση και συνεχώς συζητάμε με τους Ελληνες εταίρους μας για τρόπους εκσυγχρονισμού και επέκτασης της χρήσης της.

Είμαστε επίσης ευγνώμονες για τις συμφωνίες στη χρήση ελληνικών στρατιωτικών εγκαταστάσεων και άλλων υποδομών σε προσωρινή βάση. Ενα παράδειγμα είναι τα ελικόπτερά μας στο Στεφανοβίκειο, τα οποία θα έχουν την ευκαιρία να συνεχίσουν να λειτουργούν και να εκπαιδεύονται με τους Ελληνες εταίρους μας τους επόμενους μήνες.

Εχουμε MQ9s που εδρεύουν προσωρινά στη Λάρισα και επεκτείνουμε τις δυνάμεις ασφαλείας μας και την αντιτρομοκρατική συνεργασία. Αυτά είναι όλα τα σύμβολα του υψηλού βαθμού εμπιστοσύνης που έχουμε στη σχέση μας ασφάλειας και άμυνας με την Ελλάδα.

Η ελληνοαμερικανική κοινότητα έχει ζωτική σημασία για την οικοδόμηση αυτής της σχέσης μέσω της διοργάνωσης συναντήσεων υψηλού επιπέδου μεταξύ των στρατιωτικών μας αξιωματούχων, των διασκέψεων για τη συζήτηση της σχέσης και της συνεχούς συμβουλευτικής. Η δουλειά σας στη Διασπορά έχει θέσει το έδαφος για την εμβάθυνση της συνεργασίας μας στον τομέα της ασφάλειας και της άμυνας.

«Ε.Κ.»: Μερικοί Ελληνοαμερικανοί πιστεύουν ότι είστε «πολύ κοντά» ή «πολύ φιλικός» με τον πρωθυπουργό Τσίπρα. Ποιος είναι ο ρόλος ενός πρέσβη σε σχέση με τις κυβερνήσεις και τα κόμματα της αντιπολίτευσης;

Τζ. Πάιατ: Στη διπλωματία μιλάμε γενικά για τα κοινά συμφέροντα και τους κοινούς στόχους της εξωτερικής πολιτικής και πρέπει να θυμόμαστε ότι ως μεμονωμένοι διπλωμάτες, μπορούμε όλοι να αντικατασταθούμε. Η δουλειά μου είναι να εκπροσωπώ τις ΗΠΑ στην εκλεγμένη κυβέρνηση της Ελλάδας και η υπηρεσία μου σε δύο διαφορετικές κυβερνήσεις των ΗΠΑ στην Ελλάδα είναι το καλύτερο παράδειγμα που μπορώ να προσφέρω από αυτή τη συνέχεια των συμφερόντων.

Πιστεύω ότι καθώς η Ελλάδα θα βγει από την κρίση της και θα πάρει πιο σταθερά τον ρόλο της ως πυλώνας σταθερότητας στην περιοχή και καθώς τα συμφέροντά μας θα συνεχίσουν να συγκλίνουν, η κυβέρνηση των ΗΠΑ θα συνεχίσει να εμβαθύνει τους δεσμούς της με την Ελλάδα.

«Ε.Κ.»: Τι πρέπει να γνωρίζουν οι Ελληνοαμερικανοί όσον αφορά τις ανησυχίες για ανθρώπους όπως ο Ιβάν Σαββίδης;

Τζ. Πάιατ: Πρέπει να εξετάσουμε μια ευρύτερη εικόνα εδώ. Για να ανακάμψει πραγματικά η Ελλάδα από την οικονομική της κρίση, χρειάζεται υγιείς, διαφανείς ξένες επενδύσεις, οι οποίες υποστηρίζονται από σαφείς, καθοδηγούμενες από την αγορά δυνάμεις.

Είναι κάτι που παρατηρώ καθώς εξετάζουμε τις ευκαιρίες για επένδυση των ΗΠΑ στην Ελλάδα, δηλαδή ότι οι κανονισμοί είναι προβλέψιμοι και διασφαλίζουν ότι οι ιδιωτικοποιήσεις διεξάγονται με διαφανή τρόπο.

Αυτές οι μεταρρυθμίσεις θα δημιουργήσουν ένα περιβάλλον που θα ευνοεί την αύξηση των υγιών ξένων επενδύσεων, ιδίως από τις Ηνωμένες Πολιτείες, και πιστεύω ότι οι αμερικανικές εταιρείες – συμπεριλαμβανομένων των ελληνοαμερικανικών εταιρειών – προσφέρουν μια κουλτούρα επιχειρηματικής δραστηριότητας που θα βοηθήσει την Ελλάδα να ανακάμψει.

Υπογράμμισα την επένδυση του «ΟΝΕΧ» στο ναυπηγείο της Σύρου ως πρωταρχικό παράδειγμα δημιουργίας θέσεων εργασίας και βελτίωσης της τοπικής οικονομίας. Ετσι δεν πρόκειται για προσωπικότητες αλλά για πρακτικές.

«Ε.Κ.»: Οι Ελληνες στην Ελλάδα και στις ΗΠΑ ακολουθούν την εκκλησιαστική κατάσταση στην Ουκρανία. Ποια είναι η οπτική των Ηνωμένων Πολιτειών ως προς την χορήγηση αυτοκεφαλίας στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας από το Οικουμενικό Πατριαρχείο;

Τζ. Πάιατ: Οι ΗΠΑ ήταν πολύ σαφείς στην υποστήριξή μας για το δικαίωμα του ουκρανικού λαού να καθορίσει το πώς θα ασκούν τη λατρεία τους και σε ποιο πλαίσιο θα ασκούν τη θρησκεία τους. Είμαστε επίσης σαφείς στην υποστήριξή μας προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη και στη σταθερή του δέσμευση για θρησκευτική ανοχή και διαθρησκευτικό διάλογο.

Ξέρω ότι ήταν επίσης ένα σημαντικό θέμα των συνομιλιών που είχε ο Γέρων Εφραίμ του Βατοπαιδίου, όταν επισκέφθηκε το Στέιτ Ντιπάρτμεντ και τον Λευκό Οίκο φέτος, ύστερα από τις δικές μου συζητήσεις στο Αγιο Ορος και νωρίτερα στο Φανάρι. Σε αυτή την περίπτωση, όπως και σε πολλά άλλα, η Ρωσία φαίνεται να χρησιμοποιεί την Εκκλησία ως μέσο υπονόμευσης της δημοκρατίας της Ουκρανίας και θα συνεχίσουμε να επισημαίνουμε αυτές τις προσπάθειες.

«Ε.Κ.»: Η οικονομική κρίση στην Ελλάδα προκάλεσε κριτική ότι η χώρα δεν ανήκει στα ανεπτυγμένα κράτη. Εχετε υπηρετήσει στην Ονδούρα και την Ινδία. Η τελευταία είναι σε καλό δρόμο για να γίνει από χώρα του Τρίτου Κόσμου παγκόσμια δύναμη. Πώς συγκρίνετε τις προκλήσεις και τις ευκαιρίες για οικονομική ανάπτυξη στις τρεις αυτές χώρες;

Τζ. Πάιατ: Η ελληνική οικονομική κρίση, που χαρακτηρίζεται από μείωση του ΑΕΠ κατά 25% και το υψηλότερο ποσοστό ανεργίας στην ΕΕ, διήρκεσε πολύ περισσότερο από τη Μεγάλη Υφεση της Αμερικής. Τα αρνητικά αποτελέσματά της εξακολουθούν να έχουν επίδραση σε ολόκληρη την κοινωνία με τρόπο που λίγοι έξω από τη χώρα καταλαβαίνουν και έτσι είναι δύσκολο να κάνουμε συγκρίσεις.

Είμαι εντυπωσιασμένος από την ανθεκτικότητα του ελληνικού λαού εν μέσω αυτής της κρίσης και της ανθεκτικότητας των δημοκρατικών θεσμών τους κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου. Αλλά η Ελλάδα δεν είναι συγκρίσιμη με τις αναπτυσσόμενες χώρες στις οποίες υπηρέτησα. Είναι μέλος της ΕΕ, του ΝΑΤΟ και της Ευρωζώνης. Διαθέτει 100% εγγράμματους πολίτες, πολύ ανεπτυγμένο ανθρώπινο δυναμικό και εξαιρετική υποδομή.

Η μόνη σύγκριση που θα μπορούσα να κάνω είναι ότι, κατά κάποιον τρόπο, ο Στρατηγικός Διάλογος που διοργανώσαμε με την Ινδία πριν από μερικά χρόνια ήταν μια πηγή έμπνευσης για τον Στρατηγικό Διάλογο ΗΠΑ – Ελλάδας, καθώς φτάσαμε σε παρόμοια σημεία στη σχέση μας όπου ξεκίνησε η διμερής δουλειά μας για να καλύψουμε μια σειρά κυβερνητικών υπηρεσιών και θεωρήσαμε χρήσιμο να συγκαλέσουμε και να διασφαλίσουμε ότι όλες οι προσπάθειές μας κινούνται προς την ίδια κατεύθυνση. Με αυτή την έννοια, είμαι πολύ αισιόδοξος για τον Στρατηγικό Διάλογο αυτόν τον Δεκέμβριο και τις προοπτικές που προσφέρει για το μέλλον της διμερούς μας σχέσης.

«Ε.Κ.»: Οι Ελληνοαμερικανοί εκτιμούν ότι συχνά σημειώνετε τη σημασία που έχει για τις ΗΠΑ η Ελλάδα ως σύμμαχος και νησίδα σταθερότητας στα Βαλκάνια και την Ανατολική Μεσόγειο, αλλά ποια είναι η μεγαλύτερη ανησυχία σας για την οικονομική πρόοδο της Ελλάδας και τη μεταρρυθμιστική διαδικασία, για τα οποία οι Ελληνοαμερικανοί αισθάνονται απογοήτευση;

Τζ. Πάιατ: Αναφέρθηκα πριν στην ανάγκη για μεταρρυθμίσεις που εξομαλύνουν τη διαδικασία ιδιωτικοποίησης και φέρνουν την προβλεψιμότητα στους κανονισμούς που επιτρέπουν στις ξένες επιχειρήσεις να επενδύουν στην Ελλάδα. Η Διεθνής Εκθεση Θεσσαλονίκης, όπου ήμασταν η τιμώμενη χώρα, μας έδωσε μια μοναδική πλατφόρμα για μια ευρεία συζήτηση μεταξύ των δύο κυβερνήσεών μας και του ιδιωτικού τομέα για να βρούμε τρόπους ώστε να επιτύχουμε αυτούς τους στόχους και να αυξήσουμε τις επενδύσεις.

Ο υπουργός Εμπορίου Γουίλμπουρ Ρος (Wilbur Ross) συζήτησε αυτά τα θέματα στη ΔΕΘ και στη συνέχεια πάλι αργότερα τον Σεπτέμβριο, όταν συναντήθηκε με τον πρωθυπουργό Τσίπρα και την επιχειρηματική κοινότητα των ΗΠΑ στη Νέα Υόρκη. Επισημαίνω επίσης ότι η κοινότητα των startup στην Ελλάδα, η οποία προβλήθηκε στο περίπτερο των ΗΠΑ και το περίπτερο της Ψηφιακής Ελλάδας για τις νεοφυείς επιχειρήσεις που διοργάνωσε η ελληνική κυβέρνηση, αποτελούν πηγή καινοτομίας και έμπνευσης και το κεφάλαιο αρχίζει να τρέχει σε αναγνώριση της δυνατοτήτων αυτών.

Πιστεύω λοιπόν ότι είμαστε στο σωστό δρόμο, αλλά έχουμε περισσότερη δουλειά μπροστά μας. Οσον αφορά τις απογοητεύσεις, η μεγαλύτερή μου απογοήτευση είναι ότι δεν έχουμε δει ακόμη κάτι σημαντικό στο έργο του Ελληνικού, το οποίο έχει τόσο μεγάλο δυναμικό για να οδηγήσει την οικονομική ανάπτυξη, να προσελκύσει τις επενδύσεις των ΗΠΑ και να μετατρέψει τη Ριβιέρα της Αθήνας.

«Ε.Κ.»: Οι άνθρωποι είναι συχνά οι πιο σκληροί κριτές των δικών τους εθνών και κοινοτήτων, όπως συμβαίνει με τους Ελληνοαμερικανούς και την Ελλάδα. Ποια είναι τα θετικά πράγματα που έχετε δει στην Ελλάδα που μοιράζεστε με τους Αμερικανούς, ειδικά εκείνους που είναι ελληνικής καταγωγής; Για παράδειγμα, μιλάτε για τους νέους επιχειρηματίες που συναντήσατε;

Τζ. Πάιατ: Πάντα λέω ότι ο ελληνικός λαός είναι το ισχυρότερο πλεονέκτημα της χώρας: Το εντυπωσιακά ταλαντούχο ανθρώπινο κεφάλαιο εδώ, η ανείπωτη επιτυχία που είναι ο τομέας των startup και η ζεστή φιλοξενία που έχουν δείξει οι Ελληνες σε όλη τη μεταναστευτική κρίση είναι μερικά μόνο παραδείγματα.

Δεν με εκπλήσσει το γεγονός ότι η «Tesla» αποφάσισε να ανοίξει το πρώτο ερευνητικό κέντρο της στο εξωτερικό στην Ελλάδα ή ότι μια μικρή ομάδα φοιτητών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου κέρδισε έναν παγκόσμιο διαγωνισμό εφαρμογών Microsoft για την καινοτόμο εφαρμογή «iCry2Talk».

Εχω δει απίστευτη αφοσίωση για καινοτομία και επιτεύγματα σε όλη την Ελλάδα – στο Ηράκλειο, την Πάτρα, τα Ιωάννινα και τη Θεσσαλονίκη. Και η Ελλάδα είναι γεμάτη φυσική ομορφιά. Είχα ένα εξαιρετικά αξέχαστο ταξίδι στην Ηπειρο με τον Νίκο Γκατζογιάννη (Nick Gage) και μια εκπληκτική εμπειρία στη Δρακολίμνη.

Είχα την τύχη να επισκεφθώ το Αγιο Ορος, ένα βαθιά πνευματικό μέρος όπου έμαθα περισσότερα για τον ρόλο της Εκκλησίας στην ελληνική κοινωνία και τη σύνδεσή της με το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Και τα ταξίδια μου σε άλλα μέρη, όπως η Μονεμβασιά, η Νέα Μονή, ο Οσιος Λουκάς και τα Μετέωρα, μου έδωσαν μια καλύτερη κατανόηση της συναρπαστικής Βυζαντινής κληρονομιάς της Ελλάδας.

Εχω απολαύσει απόλυτα το σκι στα ελληνικά βουνά όπου μπορείτε να δείτε τη θάλασσα – που με έκανε να εκτιμήσω την Ελλάδα ως δωδεκάμηνο προορισμό, πέρα από το ασυναγώνιστο καλοκαίρι και τα νησιά όπως η Σαντορίνη, η Νάξος, η Κρήτη και η Κίμωλος. Στη συνέχεια, υπάρχει η Πελοπόννησος, η οποία έχει όλα τα παραπάνω και περισσότερα.

«Ε.Κ.»: Κλείνοντας, ποιο μήνυμα θα θέλατε να μεταφέρετε αυτή τη στιγμή στους Ελληνοαμερικανούς;

Τζ. Πάιατ: Πρώτα απ’ όλα σας ευχαριστώ. Οι Ελληνοαμερικανοί παρέχουν έναν κρίσιμο σύνδεσμο μεταξύ των χωρών μας, όχι μόνο υποστηρίζοντας και ενισχύοντας τις διμερείς μας σχέσεις, αλλά και βελτιώνοντας την κατανόηση σε επίπεδο ανθρώπων. Το βασικό παράδειγμα είναι το Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος, καθώς οι επενδύσεις του στην ελληνική υποδομή και στην κοινωνία των πολιτών έχουν εξαιρετικά μεγάλη σημασία για την υποστήριξη της οικονομικής ανάκαμψης της Ελλάδας και την παροχή ελπίδας και έμπνευσης στον ελληνικό λαό.

Η υποστήριξη της SNF μαζί με αυτή του «Bloomberg Associates» για την πόλη της Αθήνας οδήγησε στην αναγνώριση της Αθήνας ως ευρωπαϊκού κεφαλαίου καινοτομίας φέτος. Και βέβαια, συνεργαζόμαστε στενά με το «Hellenic Initiative» για την υποστήριξη του τομέα startup της Ελλάδας. Η ελληνοαμερικανική κοινότητα εκπροσωπήθηκε πλήρως στη ΔΕΘ. Η AHEPA είχε επίσης χώρο στο περίπτερό μας. Επομένως, θα σας ενθάρρυνα μόνο να διατηρήσετε τη δυναμική και την υποστήριξη όπως κάνει και η κυβέρνηση των ΗΠΑ.

Πηγή: Εθνικός Κήρυξ